Και συχνά σχεδίαζα ταξίδια στο άγνωστο ή ονειρευόμουν να ζήσω υπέροχα. Και στάθηκα πάντα ανυπεράσπιστος μπροστά στους άλλους. Ονειρεύτηκα πολύ κι έτσι ξέχασα να ζήσω...
Τώρα ανεβαίνω σε μια άμαξα απ' αυτές που διασχίζουν τον ύπνο μου και δραπετεύω.
Μόνο καμιά φορά μ' ένα μυστικό που το 'χα μάθει από παιδί ξαναγυρίζω στον αληθινό κόσμο, αλλά εκεί κανείς δε με γνωρίζει. Σαν τους θαυματοποιούς που όλη τη μέρα χάρισαν τα όνειρα στα παιδιά και το βράδυ γυρίζουν στις σοφίτες τους πιο φτωχοί κι απ' τους αγγέλους.»
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου